ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΗΡΙΩΝ

Αναγκαία για την ανάπτυξη της Ιδιωτικής Ασφάλισης

Δημοσιεύθηκε στην ηλεκτρονική εφημερίδα nextdeal.gr, 01/06/2020.

Αφορμή για το παρόν άρθρο, πρόσφατη ανάρτηση του NextDeal με τίτλο:Οι βρετανικές ασφαλιστικές αναμένεται να πληρώσουν 1,7 δισ. λίρες σε αποζημιώσεις λόγω πανδημίας!”  Στο πλαίσιο της πανδημίας του κορωνοιού, σε ότι αφορά την εγχώρια ασφαλιστική αγορά, από τα δημοσιεύματα που προέκυψαν διαφάνηκε πως τα εγχώρια ασφαλιστήρια επιχειρήσεων μάλλον δεν πρόκειται να αποζημιώσουν. Ρητά αναφέρουν πως οι χρηματικές αξιώσεις για Διακοπή Εργασιών καλύπτονται μόνο σε συνδυασμό με υλικές ζημιές στην ασφαλισμένη περιουσία, χωρίς να αφήνουν έστω κάποιο “παράθυρο” για σχετικές διεκδικήσεις.

Διαβάζοντας το κείμενο της συγκεκριμένης ανάρτησης, αντιλαμβάνεται κανείς πως πρόκειται για ασφαλιστική αγορά, πολλά χρόνια μπροστά από τη δική μας, που δίνει ιδέες για να γίνουμε καλύτεροι και να βελτιώσουμε τις προσφερόμενες ασφαλιστικές  υπηρεσίες προς μικρές ή μεγάλες επιχειρήσεις.

Αναφέρομαι κατά βάση στις ασφαλίσεις επιχειρηματικών κινδύνων, όπου εξαρχής εστίασα την επαγγελματική μου δραστηριότητα εδώ και περίπου 28 χρόνια. Είχα την τύχη, μετά από 6μηνη ειδική εκπαίδευση σε μεγάλη πολυεθνική ασφαλιστική εταιρεία στη Γαλλία, να ξεκινήσω ως Underwriter σε ασφαλίσεις βιομηχανικών κινδύνων, τεχνικών έργων και αστικής ευθύνης επιχειρήσεων. Στους τομείς αυτούς η  ποιότητα των ασφαλιστηρίων και η αποτελεσματική διαδικασία αποζημιώσεων είναι πρωταρχικής σημασίας. Γιατί οι ασφαλισμένοι πελάτες είναι επιχειρήσεις με οργάνωση στα θέματα πρόληψης και διαχείρισης κινδύνων (risk management). Επιπλέον, με τη συνδρομή εξειδικευμένων ανεξάρτητων Μεσιτών Ασφαλίσεων (Courtiers d’ Assurances, Insurance Brokers) είναι σε θέση να διαπραγματεύονται ορθολογικές καλύψεις και δίκαιες αποζημιώσεις. Έτσι, στο ξεκίνημα της ασφαλιστικής καριέρας μου είχα συνειδητοποιήσει τί σημαίνει ορθολογική ασφάλιση επιχειρήσεων με άρτια και ολοκληρωμένα ασφαλιστήρια, γνωστά ως “Κατά Παντός Κινδύνου” (“Tous risques sauf” ή “All risks”).

Στη μέχρι τώρα πορεία μου, ως Μεσίτης Ασφαλίσεων συνεργαζόμενος με εγχώριες ασφαλιστικές εταιρείες παράλληλα με την ασφαλιστική αγορά του Λονδίνου /Lloyd’s ως Εξουσιοδοτημένος Ανταποκριτής τους, συνειδητοποίησα τις αδυναμίες της ελληνικής αγοράς. Χαρακτηριστικό φαινόμενο, η ύπαρξη ασφαλιστηρίων με δυσνόητους όρους και σε ορισμένες περιπτώσεις με καταχρηστικές εξαιρέσεις καθώς και οι χρονοβόρες διαδικασίες αποζημιώσεων συχνά με  “ψυχοφθόρες” δικαστικές διαδικασίες που απαξιώνουν το ρόλο της Ιδιωτικής Ασφάλισης.

Αντικειμενικά μπορώ να υποστηρίξω πως ειδικά στον κλάδο των επιχειρηματικών ασφαλίσεων, η ελληνική ασφαλιστική αγορά έχει μια υστέρηση τουλάχιστον 25 χρόνων. Εξάλλου, δεν είναι τυχαίο που το ποσοστό ασφαλίστρων επί του ΑΕΠ της χώρας παραμένει διαχρονικά το χαμηλότερο μεταξύ των χωρών της ΕΕ.
Η διεθνής πρακτική αποδεικνύει την διαχρονική αξιοπιστία και αναγκαιότητα της Ιδιωτικής Ασφάλισης. Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, είναι προφανές πως οι όποιες εξελίξεις δεν ακυρώνουν την προοπτική ανάπτυξής της. Προς την κατεύθυνση αυτή, οι βασικές παράμετροι στις οποίες δοκιμάζεται και κρίνεται μια ασφαλιστική αγορά. είναι η ποιότητα των ασφαλιστηρίων και η ευελιξία στις αποζημιώσεις. Δεν είναι απαραίτητα το ύψος των ασφαλίστρων και της προμήθειας. Σε μια ώριμη αγορά όπου η ασφάλιση θεωρείται απαραίτητο εργαλείο σε κάθε επαγγελματική/ επιχειρηματική δραστηριότητα, το κόστος της ασφάλισης είναι αντικειμενικά χαμηλό και η προμήθεια του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή σε λογική βάση.
Πρόκειται για ουσιώδεις αρχές πάνω στις οποίες θα πρέπει να επενδύσει η εγχώρια ασφαλιστική αγορά προκειμένου να αναπτυχθεί, πείθοντας τους Καταναλωτές και τις Επιχειρήσεις στο να ασφαλίζονται. 

Ας ελπίσουμε πως το βαρύ “αποτύπωμα” της πανδημίας του κορωνοιού θα βοηθήσει στο να γίνουμε καλύτεροι. Όχι μόνο ως επαγγελματίες και ασφαλιστική αγορά άλλα και ως άτομα και κοινωνία.